- κραμβη
- κράμβηἥ1) капуста или кочан капусты
(καυλοὴ τῆς κράμβης Arst.; φύλλα τῶν κραμβῶν Batr., Plut.)
2) Arst. = ῥάφανος См. ραφανος
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(καυλοὴ τῆς κράμβης Arst.; φύλλα τῶν κραμβῶν Batr., Plut.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
κράμβη — cabbage fem nom/voc sg (attic epic ionic) κράμβος loud fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κράμβῃ — κράμβη cabbage fem dat sg (attic epic ionic) κράμβος loud fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κράμβη — η (AM κράμβη, Μ και κράμπη) ονομασία φυτών που σήμερα συγκαταλέγονται στο γένος βράσσικα («κράμβης... εἶναι γένη τρία, τῆς τε καλουμένης ἁλμυρίδος και λειοφύλλου και σελινουσίης», Αθήν.) νεοελλ. βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής… … Dictionary of Greek
κράμβη — η γένος φυτών της οικογένειας των σταυρανθών, το λάχανο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Δὶς κράμβη ϑάνατος. — δὶς κράμβη ϑάνατος. См. Пета бяху стара песня! … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
κράμβαι — κράμβη cabbage fem nom/voc pl κράμβᾱͅ , κράμβη cabbage fem dat sg (doric aeolic) κράμβος loud fem nom/voc pl κράμβᾱͅ , κράμβος loud fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κραμβῶν — κράμβη cabbage fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κράμβαις — κράμβη cabbage fem dat pl κράμβος loud fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κράμβην — κράμβη cabbage fem acc sg (attic epic ionic) κράμβος loud fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κράμβης — κράμβη cabbage fem gen sg (attic epic ionic) κράμβος loud fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κράβη — κράβη, ἡ (Α) η κράμβη*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κράμβη με απλοποίηση τού συμφωνικού συμπλέγματος μβ σε β ] … Dictionary of Greek